ruim - translation to ρωσικά
DICLIB.COM
AI-based language tools
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:     

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από τεχνητή νοημοσύνη

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

ruim - translation to ρωσικά

RUIM
  • au]]

ruim         
плохой, плохого качества, скверный, никчемный, бесполезный, испорченный, извращенный, (мн. ч.) ruins
maldoso         
злой, злобный, озорной, проказливый, лукавый
mal         
зло, вред, беда, горе, несчастье, боль, страдание, болезнь males, плохо (в различн. знач.), едва, еле, чуть, едва, как только

Ορισμός

Ruím
adj.
Mau; nocivo.
Inútil.
Que tem má índole.
Perverso.
Deteriorado; estragado.
Prov. alg.
Hidróphobo, damnado.
(De "ruína", segundo uns; do hebr., segundo outros.)

Βικιπαίδεια

R-UIM

R-UIM (англ. Removable User Identity Module — сменная идентификационная карточка пользователя) — идентификационный модуль абонента, содержащий необходимые служебные данные для работы мобильного телефона в сотовой сети IMT-MC-450 (CDMA2000). Аналогична по своим функциям обычной SIM-карте для GSM-телефонов.